Πολυτέλεια: Λαμπερό νερό χωρίς να δροσίζει

Μοιράσου το άρθρο:
05-04-2024
Γράφει η Ελένη Παπατσώρη
Κατάρα που εξαναγκάζει σε ασταμάτητες περιπλανήσεις κι αυτό χωρίς ελπίδα τέλους ή αλλαγής. Εκτός που και που- όσον αφορά το τοπίο που πλαισιώνεται από ένα παράθυρο- μια βιτρίνα κοσμηματοπωλείου.
Ο όρος πολυτέλεια - αυστηρά ετυμολογικά - σημαίνει τα πολλά τέλη, οι πολλοί φόροι, οι δασμοί που επιβαρύνουν ένα προϊόν. Τα πολυτελή προϊόντα, ως κατηγορία εμπορευμάτων προέκυψαν τότε που ο Κολμπέρ, ο υπουργός οικονομικών της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΔ (1683), παρατήρησε την μανία των πλουσίων να καταναλώνουν ακριβά είδη, ό,τι δηλαδή δεν μπορούσαν να καταναλώνουν οι φτωχοί, όχι για να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες τους αλλά για να αποκτήσουν ή να αυξήσουν το γόητρό τους. Σε αυτά τα είδη και κυρίως στα εισαγόμενα, επέβαλε επι πλέον φόρους και τα έκανε περισσότερο ακριβά. Φυσικά η πολυτέλεια ως ψυχικό φαινόμενο και όχι ως οικονομικό μέγεθος προηγείται του Κολμπέρ. Η χρήση αντικειμένων και δαπάνη χρημάτων πέρα από τις βασικές και πάνω από το μέσο όρο διαβίωσης ήταν και είναι συνήθεια των οικονομικά ισχυρών και ολίγων. Δεν ήθελαν να μοιάζουν με τους πολλούς. Βασικό στοιχείο της ψυχολογίας τους είναι να κάνουνε εμφανή την διαφορά τους προς τους πολλούς οικονομικά ανίσχυρους να ξεχωρίσουνε(τρομάρα τους). Όχημα προς την κατεύθυνση αυτή είναι τα πολλά χρήματα. Να αναγνωρίσουμε βεβαίως πως το πρακτικά περιττό και το πρακτικά άχρηστο δημιούργησαν τον πνευματικό πολιτισμό και την τέχνη. Το περιττό και συνεπώς το πολυτελές νοούμενο με την οικονομική του διάσταση είναι χρειαζούμενο. Για όλους τους πλούσιους; Όχι. Για τους καλλιεργημένους και τους έχοντες ανησυχίες πνευματικές.
Τις δευτερεύουσες ανάγκες, τις τρίτες, τέταρτες στην σειρά, ξεκινώντας από τις βασικές δεν μπορεί , δεν έχει την οικονομική δύναμη να ικανοποιήσει η πλειοψηφία της κοινωνίας μέσα στην οποία γίνεται αυτή η κατανάλωση. Άρα στην έννοια της πολυτέλειας, από αυτή την ματιά, μπορεί να της αποδώσουμε και κάποια σχετικότητα, αφού προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί ανισότητα ως προς τον καταμερισμό των οικονομικών αγαθών και μόνο ένα μικρό μέρος αυτής μπορεί να ζήσει πολυτελώς. Το πουκάμισο για παράδειγμα στην εποχή του μεσαίωνα ήταν βασιλική πολυτέλεια, ενώ σήμερα κατατάσσεται στα βασικά της ενδυμασίας. Η πρόοδος της κοινωνίας στο υλικό επίπεδο μπορεί να φέρει μερικά από τα πολυτελή προϊόντα σε κατάταξη στην θέση των αναγκών της άνεσης .Όλα αυτά για τις ανάγκες που η ικανοποίησή τους μειώνουν την επίδραση της φύσης στην διαβίωση και αυξάνουν την άνεση.
Εκτός όμως από αυτές, οι πλούσιες τάξεις, δημιουργούν ανάγκες μόνο τεχνικές, που δεν έχουν καμία ζωτική σημασία και ποτέ δεν θα αποτελέσουν ζήτημα όλων των ανθρώπων. Αυτές γεννιούνται από την ανία, την ματαιοδοξία την διάθεση για διάκριση, την τάση του να επιβληθούν στην συνείδησή των πολλών και την αμηχανία για το πού διαθέτουν το συσσωρευμένο πλούτο και τελικά να εξουσιάσουν αυτούς που το δημιούργησαν. Έτσι τα προϊόντα που προκύπτουν τα χαρακτηρίζει η υψηλή τιμή, υψηλότατη, υψηλή ποιότητα, μοναδικότητα κατά το δυνατόν και αποκλειστικότητα.
Όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά η πλειοψηφία της κοινωνίας και ο κόπος των πολλών πάει στα χέρια των λίγων, τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις παίρνει η διάθεση των πλουσίων για πολυτελή ζωή και τόσο πιο μεγάλη ποικιλία εμφανίζει στις εκδηλώσεις τους η πολυτέλειά τους. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες της παρακμής -Λουκούλεια γεύματα- (δηλαδή όταν η τροφή δεν είναι ακριβώς τροφή), οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, αρχηγοί του κράτους και της θρησκείας - πορφύρα και χρυσός χαρακτήριζε την εμφάνισή τους - εντός και εκτός λατρευτικών ναών. Οι μεγάλοι φεουδάρχες και οι στρατηγοί, από την δραστηριότητα των οποίων απέπνεε δυσοσμία, με τους γλοιώδεις αυλοκόλακές τους είχαν καθίσει στις πλάτες εκατομμυρίων ανθρώπων και απομυζούσαν την εργασία τους, διατηρώντας δικαιώματα ακόμα και από την ζωή τους, επινόησαν διακοσμήσεις φανταστικές ,όργια γαστρονομικά και όχι μόνο ,με μοναδικό στόχο την απόλαυση της καθημερινότητας, προκειμένου να διασκεδάσουν την αμηχανία τους στο πως να διαθέτουν τα αναρίθμητα πλούτη τους (περιπέτειες ή ψυχολογικές συγκρούσεις με έντονες λάμψεις για ηλιθίους).
Η τάση για πολυτέλεια διατηρήθηκε και στις νεότερες κοινωνίες από την τάξη των πλουσίων και της εξουσίας. Εξαιτίας μάλιστα της αδυναμίας πολλών ,να θέλουν να μοιάσουν με αυτούς, κοινωνικός μιμητισμός λέγεται ευγενικά, διαδόθηκε η τάση αυτή και στις μεσαίες και στις κατώτερες τάξεις (οι φτωχοί όταν τους περισσεύουν λίγα χρήματα αγοράζουν ρούχα γιορτινά που έπειτα είναι καταδικασμένοι να τα φορούν για πάντα, εμπαικτικά τεκμήρια ανέφικτων φιλοδοξιών),που οι κοινωνιολόγοι την αποκαλούν φιλόδοξη τάξη (τέλος, μάρκα και μπερδούκλα). Προσβάσιμη πολυτέλεια ή πολυτελής μάζα, λένε την κατηγορία των προϊόντων που εμφανίζονται εδώ, η ικανοποίηση της οποίας απαιτεί υποχωρήσεις κυρίως ηθικού περιεχομένου.
Σήμερα η πολυτέλεια των πλουσίων τάξεων χωρίς να έχει την παλιά μεγάλη δύναμη επιβολής, εξακολουθεί να αποτελεί ανέφικτο δέλεαρ για τις κατώτερες τάξεις. Μορφές πολυτέλειας πολύ εξεζητημένες εμφανίζονται. Όσο μάλιστα αυξάνει η εξαθλίωση των μεγάλων λαϊκών μαζών ,τόσο γίνεται πιο επικίνδυνη, διότι αποτελεί εξόφθαλμη εκδήλωση πολύ βαθιάς αντίθεσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σκέψεις δυσμενείς για τον τρόπο που διατίθενται τα πλούτη (μην σας «ανησυχήσω» όχι τίποτα σπουδαίο. Αναστάτωση από σποραδικά τινάγματα, από επώδυνες και ανίσχυρες ανταρσίες).
Ακλόνητος και αξερίζωτος με απελπιστική πίστη στη μαγική δύναμη ενός φανταχτερού κουρελιού, μέχρι να χιμήξει καταπάνω σου η ατσαλένια μηχανή χτυπώντας το αδύναμο στήθος σου (η εκδίκηση της ύλης).
Πέταξε την καταραμένη φιγούρα, πριν σε καταδικάσει τελεσίδικα υποδουλώνοντάς σε, φθείροντάς σε. Πολύ κακό για το τίποτα!!!
Σας χαιρετώ εις το επανιδείν
Ο όρος πολυτέλεια - αυστηρά ετυμολογικά - σημαίνει τα πολλά τέλη, οι πολλοί φόροι, οι δασμοί που επιβαρύνουν ένα προϊόν. Τα πολυτελή προϊόντα, ως κατηγορία εμπορευμάτων προέκυψαν τότε που ο Κολμπέρ, ο υπουργός οικονομικών της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΔ (1683), παρατήρησε την μανία των πλουσίων να καταναλώνουν ακριβά είδη, ό,τι δηλαδή δεν μπορούσαν να καταναλώνουν οι φτωχοί, όχι για να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες τους αλλά για να αποκτήσουν ή να αυξήσουν το γόητρό τους. Σε αυτά τα είδη και κυρίως στα εισαγόμενα, επέβαλε επι πλέον φόρους και τα έκανε περισσότερο ακριβά. Φυσικά η πολυτέλεια ως ψυχικό φαινόμενο και όχι ως οικονομικό μέγεθος προηγείται του Κολμπέρ. Η χρήση αντικειμένων και δαπάνη χρημάτων πέρα από τις βασικές και πάνω από το μέσο όρο διαβίωσης ήταν και είναι συνήθεια των οικονομικά ισχυρών και ολίγων. Δεν ήθελαν να μοιάζουν με τους πολλούς. Βασικό στοιχείο της ψυχολογίας τους είναι να κάνουνε εμφανή την διαφορά τους προς τους πολλούς οικονομικά ανίσχυρους να ξεχωρίσουνε(τρομάρα τους). Όχημα προς την κατεύθυνση αυτή είναι τα πολλά χρήματα. Να αναγνωρίσουμε βεβαίως πως το πρακτικά περιττό και το πρακτικά άχρηστο δημιούργησαν τον πνευματικό πολιτισμό και την τέχνη. Το περιττό και συνεπώς το πολυτελές νοούμενο με την οικονομική του διάσταση είναι χρειαζούμενο. Για όλους τους πλούσιους; Όχι. Για τους καλλιεργημένους και τους έχοντες ανησυχίες πνευματικές.
Τις δευτερεύουσες ανάγκες, τις τρίτες, τέταρτες στην σειρά, ξεκινώντας από τις βασικές δεν μπορεί , δεν έχει την οικονομική δύναμη να ικανοποιήσει η πλειοψηφία της κοινωνίας μέσα στην οποία γίνεται αυτή η κατανάλωση. Άρα στην έννοια της πολυτέλειας, από αυτή την ματιά, μπορεί να της αποδώσουμε και κάποια σχετικότητα, αφού προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί ανισότητα ως προς τον καταμερισμό των οικονομικών αγαθών και μόνο ένα μικρό μέρος αυτής μπορεί να ζήσει πολυτελώς. Το πουκάμισο για παράδειγμα στην εποχή του μεσαίωνα ήταν βασιλική πολυτέλεια, ενώ σήμερα κατατάσσεται στα βασικά της ενδυμασίας. Η πρόοδος της κοινωνίας στο υλικό επίπεδο μπορεί να φέρει μερικά από τα πολυτελή προϊόντα σε κατάταξη στην θέση των αναγκών της άνεσης .Όλα αυτά για τις ανάγκες που η ικανοποίησή τους μειώνουν την επίδραση της φύσης στην διαβίωση και αυξάνουν την άνεση.
Εκτός όμως από αυτές, οι πλούσιες τάξεις, δημιουργούν ανάγκες μόνο τεχνικές, που δεν έχουν καμία ζωτική σημασία και ποτέ δεν θα αποτελέσουν ζήτημα όλων των ανθρώπων. Αυτές γεννιούνται από την ανία, την ματαιοδοξία την διάθεση για διάκριση, την τάση του να επιβληθούν στην συνείδησή των πολλών και την αμηχανία για το πού διαθέτουν το συσσωρευμένο πλούτο και τελικά να εξουσιάσουν αυτούς που το δημιούργησαν. Έτσι τα προϊόντα που προκύπτουν τα χαρακτηρίζει η υψηλή τιμή, υψηλότατη, υψηλή ποιότητα, μοναδικότητα κατά το δυνατόν και αποκλειστικότητα.
Όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά η πλειοψηφία της κοινωνίας και ο κόπος των πολλών πάει στα χέρια των λίγων, τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις παίρνει η διάθεση των πλουσίων για πολυτελή ζωή και τόσο πιο μεγάλη ποικιλία εμφανίζει στις εκδηλώσεις τους η πολυτέλειά τους. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες της παρακμής -Λουκούλεια γεύματα- (δηλαδή όταν η τροφή δεν είναι ακριβώς τροφή), οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, αρχηγοί του κράτους και της θρησκείας - πορφύρα και χρυσός χαρακτήριζε την εμφάνισή τους - εντός και εκτός λατρευτικών ναών. Οι μεγάλοι φεουδάρχες και οι στρατηγοί, από την δραστηριότητα των οποίων απέπνεε δυσοσμία, με τους γλοιώδεις αυλοκόλακές τους είχαν καθίσει στις πλάτες εκατομμυρίων ανθρώπων και απομυζούσαν την εργασία τους, διατηρώντας δικαιώματα ακόμα και από την ζωή τους, επινόησαν διακοσμήσεις φανταστικές ,όργια γαστρονομικά και όχι μόνο ,με μοναδικό στόχο την απόλαυση της καθημερινότητας, προκειμένου να διασκεδάσουν την αμηχανία τους στο πως να διαθέτουν τα αναρίθμητα πλούτη τους (περιπέτειες ή ψυχολογικές συγκρούσεις με έντονες λάμψεις για ηλιθίους).
Η τάση για πολυτέλεια διατηρήθηκε και στις νεότερες κοινωνίες από την τάξη των πλουσίων και της εξουσίας. Εξαιτίας μάλιστα της αδυναμίας πολλών ,να θέλουν να μοιάσουν με αυτούς, κοινωνικός μιμητισμός λέγεται ευγενικά, διαδόθηκε η τάση αυτή και στις μεσαίες και στις κατώτερες τάξεις (οι φτωχοί όταν τους περισσεύουν λίγα χρήματα αγοράζουν ρούχα γιορτινά που έπειτα είναι καταδικασμένοι να τα φορούν για πάντα, εμπαικτικά τεκμήρια ανέφικτων φιλοδοξιών),που οι κοινωνιολόγοι την αποκαλούν φιλόδοξη τάξη (τέλος, μάρκα και μπερδούκλα). Προσβάσιμη πολυτέλεια ή πολυτελής μάζα, λένε την κατηγορία των προϊόντων που εμφανίζονται εδώ, η ικανοποίηση της οποίας απαιτεί υποχωρήσεις κυρίως ηθικού περιεχομένου.
Σήμερα η πολυτέλεια των πλουσίων τάξεων χωρίς να έχει την παλιά μεγάλη δύναμη επιβολής, εξακολουθεί να αποτελεί ανέφικτο δέλεαρ για τις κατώτερες τάξεις. Μορφές πολυτέλειας πολύ εξεζητημένες εμφανίζονται. Όσο μάλιστα αυξάνει η εξαθλίωση των μεγάλων λαϊκών μαζών ,τόσο γίνεται πιο επικίνδυνη, διότι αποτελεί εξόφθαλμη εκδήλωση πολύ βαθιάς αντίθεσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σκέψεις δυσμενείς για τον τρόπο που διατίθενται τα πλούτη (μην σας «ανησυχήσω» όχι τίποτα σπουδαίο. Αναστάτωση από σποραδικά τινάγματα, από επώδυνες και ανίσχυρες ανταρσίες).
Ακλόνητος και αξερίζωτος με απελπιστική πίστη στη μαγική δύναμη ενός φανταχτερού κουρελιού, μέχρι να χιμήξει καταπάνω σου η ατσαλένια μηχανή χτυπώντας το αδύναμο στήθος σου (η εκδίκηση της ύλης).
Πέταξε την καταραμένη φιγούρα, πριν σε καταδικάσει τελεσίδικα υποδουλώνοντάς σε, φθείροντάς σε. Πολύ κακό για το τίποτα!!!
Σας χαιρετώ εις το επανιδείν
Κατάρα που εξαναγκάζει σε ασταμάτητες περιπλανήσεις κι αυτό χωρίς ελπίδα τέλους ή αλλαγής. Εκτός που και που- όσον αφορά το τοπίο που πλαισιώνεται από ένα παράθυρο- μια βιτρίνα κοσμηματοπωλείου.
Ο όρος πολυτέλεια - αυστηρά ετυμολογικά - σημαίνει τα πολλά τέλη, οι πολλοί φόροι, οι δασμοί που επιβαρύνουν ένα προϊόν. Τα πολυτελή προϊόντα, ως κατηγορία εμπορευμάτων προέκυψαν τότε που ο Κολμπέρ, ο υπουργός οικονομικών της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΔ (1683), παρατήρησε την μανία των πλουσίων να καταναλώνουν ακριβά είδη, ό,τι δηλαδή δεν μπορούσαν να καταναλώνουν οι φτωχοί, όχι για να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες τους αλλά για να αποκτήσουν ή να αυξήσουν το γόητρό τους. Σε αυτά τα είδη και κυρίως στα εισαγόμενα, επέβαλε επι πλέον φόρους και τα έκανε περισσότερο ακριβά. Φυσικά η πολυτέλεια ως ψυχικό φαινόμενο και όχι ως οικονομικό μέγεθος προηγείται του Κολμπέρ. Η χρήση αντικειμένων και δαπάνη χρημάτων πέρα από τις βασικές και πάνω από το μέσο όρο διαβίωσης ήταν και είναι συνήθεια των οικονομικά ισχυρών και ολίγων. Δεν ήθελαν να μοιάζουν με τους πολλούς. Βασικό στοιχείο της ψυχολογίας τους είναι να κάνουνε εμφανή την διαφορά τους προς τους πολλούς οικονομικά ανίσχυρους να ξεχωρίσουνε(τρομάρα τους). Όχημα προς την κατεύθυνση αυτή είναι τα πολλά χρήματα. Να αναγνωρίσουμε βεβαίως πως το πρακτικά περιττό και το πρακτικά άχρηστο δημιούργησαν τον πνευματικό πολιτισμό και την τέχνη. Το περιττό και συνεπώς το πολυτελές νοούμενο με την οικονομική του διάσταση είναι χρειαζούμενο. Για όλους τους πλούσιους; Όχι. Για τους καλλιεργημένους και τους έχοντες ανησυχίες πνευματικές.
Τις δευτερεύουσες ανάγκες, τις τρίτες, τέταρτες στην σειρά, ξεκινώντας από τις βασικές δεν μπορεί , δεν έχει την οικονομική δύναμη να ικανοποιήσει η πλειοψηφία της κοινωνίας μέσα στην οποία γίνεται αυτή η κατανάλωση. Άρα στην έννοια της πολυτέλειας, από αυτή την ματιά, μπορεί να της αποδώσουμε και κάποια σχετικότητα, αφού προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί ανισότητα ως προς τον καταμερισμό των οικονομικών αγαθών και μόνο ένα μικρό μέρος αυτής μπορεί να ζήσει πολυτελώς. Το πουκάμισο για παράδειγμα στην εποχή του μεσαίωνα ήταν βασιλική πολυτέλεια, ενώ σήμερα κατατάσσεται στα βασικά της ενδυμασίας. Η πρόοδος της κοινωνίας στο υλικό επίπεδο μπορεί να φέρει μερικά από τα πολυτελή προϊόντα σε κατάταξη στην θέση των αναγκών της άνεσης .Όλα αυτά για τις ανάγκες που η ικανοποίησή τους μειώνουν την επίδραση της φύσης στην διαβίωση και αυξάνουν την άνεση.
Εκτός όμως από αυτές, οι πλούσιες τάξεις, δημιουργούν ανάγκες μόνο τεχνικές, που δεν έχουν καμία ζωτική σημασία και ποτέ δεν θα αποτελέσουν ζήτημα όλων των ανθρώπων. Αυτές γεννιούνται από την ανία, την ματαιοδοξία την διάθεση για διάκριση, την τάση του να επιβληθούν στην συνείδησή των πολλών και την αμηχανία για το πού διαθέτουν το συσσωρευμένο πλούτο και τελικά να εξουσιάσουν αυτούς που το δημιούργησαν. Έτσι τα προϊόντα που προκύπτουν τα χαρακτηρίζει η υψηλή τιμή, υψηλότατη, υψηλή ποιότητα, μοναδικότητα κατά το δυνατόν και αποκλειστικότητα.
Όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά η πλειοψηφία της κοινωνίας και ο κόπος των πολλών πάει στα χέρια των λίγων, τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις παίρνει η διάθεση των πλουσίων για πολυτελή ζωή και τόσο πιο μεγάλη ποικιλία εμφανίζει στις εκδηλώσεις τους η πολυτέλειά τους. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες της παρακμής -Λουκούλεια γεύματα- (δηλαδή όταν η τροφή δεν είναι ακριβώς τροφή), οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, αρχηγοί του κράτους και της θρησκείας - πορφύρα και χρυσός χαρακτήριζε την εμφάνισή τους - εντός και εκτός λατρευτικών ναών. Οι μεγάλοι φεουδάρχες και οι στρατηγοί, από την δραστηριότητα των οποίων απέπνεε δυσοσμία, με τους γλοιώδεις αυλοκόλακές τους είχαν καθίσει στις πλάτες εκατομμυρίων ανθρώπων και απομυζούσαν την εργασία τους, διατηρώντας δικαιώματα ακόμα και από την ζωή τους, επινόησαν διακοσμήσεις φανταστικές ,όργια γαστρονομικά και όχι μόνο ,με μοναδικό στόχο την απόλαυση της καθημερινότητας, προκειμένου να διασκεδάσουν την αμηχανία τους στο πως να διαθέτουν τα αναρίθμητα πλούτη τους (περιπέτειες ή ψυχολογικές συγκρούσεις με έντονες λάμψεις για ηλιθίους).
Η τάση για πολυτέλεια διατηρήθηκε και στις νεότερες κοινωνίες από την τάξη των πλουσίων και της εξουσίας. Εξαιτίας μάλιστα της αδυναμίας πολλών ,να θέλουν να μοιάσουν με αυτούς, κοινωνικός μιμητισμός λέγεται ευγενικά, διαδόθηκε η τάση αυτή και στις μεσαίες και στις κατώτερες τάξεις (οι φτωχοί όταν τους περισσεύουν λίγα χρήματα αγοράζουν ρούχα γιορτινά που έπειτα είναι καταδικασμένοι να τα φορούν για πάντα, εμπαικτικά τεκμήρια ανέφικτων φιλοδοξιών),που οι κοινωνιολόγοι την αποκαλούν φιλόδοξη τάξη (τέλος, μάρκα και μπερδούκλα). Προσβάσιμη πολυτέλεια ή πολυτελής μάζα, λένε την κατηγορία των προϊόντων που εμφανίζονται εδώ, η ικανοποίηση της οποίας απαιτεί υποχωρήσεις κυρίως ηθικού περιεχομένου.
Σήμερα η πολυτέλεια των πλουσίων τάξεων χωρίς να έχει την παλιά μεγάλη δύναμη επιβολής, εξακολουθεί να αποτελεί ανέφικτο δέλεαρ για τις κατώτερες τάξεις. Μορφές πολυτέλειας πολύ εξεζητημένες εμφανίζονται. Όσο μάλιστα αυξάνει η εξαθλίωση των μεγάλων λαϊκών μαζών ,τόσο γίνεται πιο επικίνδυνη, διότι αποτελεί εξόφθαλμη εκδήλωση πολύ βαθιάς αντίθεσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σκέψεις δυσμενείς για τον τρόπο που διατίθενται τα πλούτη (μην σας «ανησυχήσω» όχι τίποτα σπουδαίο. Αναστάτωση από σποραδικά τινάγματα, από επώδυνες και ανίσχυρες ανταρσίες).
Ακλόνητος και αξερίζωτος με απελπιστική πίστη στη μαγική δύναμη ενός φανταχτερού κουρελιού, μέχρι να χιμήξει καταπάνω σου η ατσαλένια μηχανή χτυπώντας το αδύναμο στήθος σου (η εκδίκηση της ύλης).
Πέταξε την καταραμένη φιγούρα, πριν σε καταδικάσει τελεσίδικα υποδουλώνοντάς σε, φθείροντάς σε. Πολύ κακό για το τίποτα!!!
Σας χαιρετώ εις το επανιδείν
Ο όρος πολυτέλεια - αυστηρά ετυμολογικά - σημαίνει τα πολλά τέλη, οι πολλοί φόροι, οι δασμοί που επιβαρύνουν ένα προϊόν. Τα πολυτελή προϊόντα, ως κατηγορία εμπορευμάτων προέκυψαν τότε που ο Κολμπέρ, ο υπουργός οικονομικών της Γαλλίας του Λουδοβίκου ΙΔ (1683), παρατήρησε την μανία των πλουσίων να καταναλώνουν ακριβά είδη, ό,τι δηλαδή δεν μπορούσαν να καταναλώνουν οι φτωχοί, όχι για να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες τους αλλά για να αποκτήσουν ή να αυξήσουν το γόητρό τους. Σε αυτά τα είδη και κυρίως στα εισαγόμενα, επέβαλε επι πλέον φόρους και τα έκανε περισσότερο ακριβά. Φυσικά η πολυτέλεια ως ψυχικό φαινόμενο και όχι ως οικονομικό μέγεθος προηγείται του Κολμπέρ. Η χρήση αντικειμένων και δαπάνη χρημάτων πέρα από τις βασικές και πάνω από το μέσο όρο διαβίωσης ήταν και είναι συνήθεια των οικονομικά ισχυρών και ολίγων. Δεν ήθελαν να μοιάζουν με τους πολλούς. Βασικό στοιχείο της ψυχολογίας τους είναι να κάνουνε εμφανή την διαφορά τους προς τους πολλούς οικονομικά ανίσχυρους να ξεχωρίσουνε(τρομάρα τους). Όχημα προς την κατεύθυνση αυτή είναι τα πολλά χρήματα. Να αναγνωρίσουμε βεβαίως πως το πρακτικά περιττό και το πρακτικά άχρηστο δημιούργησαν τον πνευματικό πολιτισμό και την τέχνη. Το περιττό και συνεπώς το πολυτελές νοούμενο με την οικονομική του διάσταση είναι χρειαζούμενο. Για όλους τους πλούσιους; Όχι. Για τους καλλιεργημένους και τους έχοντες ανησυχίες πνευματικές.
Τις δευτερεύουσες ανάγκες, τις τρίτες, τέταρτες στην σειρά, ξεκινώντας από τις βασικές δεν μπορεί , δεν έχει την οικονομική δύναμη να ικανοποιήσει η πλειοψηφία της κοινωνίας μέσα στην οποία γίνεται αυτή η κατανάλωση. Άρα στην έννοια της πολυτέλειας, από αυτή την ματιά, μπορεί να της αποδώσουμε και κάποια σχετικότητα, αφού προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί ανισότητα ως προς τον καταμερισμό των οικονομικών αγαθών και μόνο ένα μικρό μέρος αυτής μπορεί να ζήσει πολυτελώς. Το πουκάμισο για παράδειγμα στην εποχή του μεσαίωνα ήταν βασιλική πολυτέλεια, ενώ σήμερα κατατάσσεται στα βασικά της ενδυμασίας. Η πρόοδος της κοινωνίας στο υλικό επίπεδο μπορεί να φέρει μερικά από τα πολυτελή προϊόντα σε κατάταξη στην θέση των αναγκών της άνεσης .Όλα αυτά για τις ανάγκες που η ικανοποίησή τους μειώνουν την επίδραση της φύσης στην διαβίωση και αυξάνουν την άνεση.
Εκτός όμως από αυτές, οι πλούσιες τάξεις, δημιουργούν ανάγκες μόνο τεχνικές, που δεν έχουν καμία ζωτική σημασία και ποτέ δεν θα αποτελέσουν ζήτημα όλων των ανθρώπων. Αυτές γεννιούνται από την ανία, την ματαιοδοξία την διάθεση για διάκριση, την τάση του να επιβληθούν στην συνείδησή των πολλών και την αμηχανία για το πού διαθέτουν το συσσωρευμένο πλούτο και τελικά να εξουσιάσουν αυτούς που το δημιούργησαν. Έτσι τα προϊόντα που προκύπτουν τα χαρακτηρίζει η υψηλή τιμή, υψηλότατη, υψηλή ποιότητα, μοναδικότητα κατά το δυνατόν και αποκλειστικότητα.
Όσο περισσότερο εξαθλιώνεται οικονομικά η πλειοψηφία της κοινωνίας και ο κόπος των πολλών πάει στα χέρια των λίγων, τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις παίρνει η διάθεση των πλουσίων για πολυτελή ζωή και τόσο πιο μεγάλη ποικιλία εμφανίζει στις εκδηλώσεις τους η πολυτέλειά τους. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες της παρακμής -Λουκούλεια γεύματα- (δηλαδή όταν η τροφή δεν είναι ακριβώς τροφή), οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, αρχηγοί του κράτους και της θρησκείας - πορφύρα και χρυσός χαρακτήριζε την εμφάνισή τους - εντός και εκτός λατρευτικών ναών. Οι μεγάλοι φεουδάρχες και οι στρατηγοί, από την δραστηριότητα των οποίων απέπνεε δυσοσμία, με τους γλοιώδεις αυλοκόλακές τους είχαν καθίσει στις πλάτες εκατομμυρίων ανθρώπων και απομυζούσαν την εργασία τους, διατηρώντας δικαιώματα ακόμα και από την ζωή τους, επινόησαν διακοσμήσεις φανταστικές ,όργια γαστρονομικά και όχι μόνο ,με μοναδικό στόχο την απόλαυση της καθημερινότητας, προκειμένου να διασκεδάσουν την αμηχανία τους στο πως να διαθέτουν τα αναρίθμητα πλούτη τους (περιπέτειες ή ψυχολογικές συγκρούσεις με έντονες λάμψεις για ηλιθίους).
Η τάση για πολυτέλεια διατηρήθηκε και στις νεότερες κοινωνίες από την τάξη των πλουσίων και της εξουσίας. Εξαιτίας μάλιστα της αδυναμίας πολλών ,να θέλουν να μοιάσουν με αυτούς, κοινωνικός μιμητισμός λέγεται ευγενικά, διαδόθηκε η τάση αυτή και στις μεσαίες και στις κατώτερες τάξεις (οι φτωχοί όταν τους περισσεύουν λίγα χρήματα αγοράζουν ρούχα γιορτινά που έπειτα είναι καταδικασμένοι να τα φορούν για πάντα, εμπαικτικά τεκμήρια ανέφικτων φιλοδοξιών),που οι κοινωνιολόγοι την αποκαλούν φιλόδοξη τάξη (τέλος, μάρκα και μπερδούκλα). Προσβάσιμη πολυτέλεια ή πολυτελής μάζα, λένε την κατηγορία των προϊόντων που εμφανίζονται εδώ, η ικανοποίηση της οποίας απαιτεί υποχωρήσεις κυρίως ηθικού περιεχομένου.
Σήμερα η πολυτέλεια των πλουσίων τάξεων χωρίς να έχει την παλιά μεγάλη δύναμη επιβολής, εξακολουθεί να αποτελεί ανέφικτο δέλεαρ για τις κατώτερες τάξεις. Μορφές πολυτέλειας πολύ εξεζητημένες εμφανίζονται. Όσο μάλιστα αυξάνει η εξαθλίωση των μεγάλων λαϊκών μαζών ,τόσο γίνεται πιο επικίνδυνη, διότι αποτελεί εξόφθαλμη εκδήλωση πολύ βαθιάς αντίθεσης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σκέψεις δυσμενείς για τον τρόπο που διατίθενται τα πλούτη (μην σας «ανησυχήσω» όχι τίποτα σπουδαίο. Αναστάτωση από σποραδικά τινάγματα, από επώδυνες και ανίσχυρες ανταρσίες).
Ακλόνητος και αξερίζωτος με απελπιστική πίστη στη μαγική δύναμη ενός φανταχτερού κουρελιού, μέχρι να χιμήξει καταπάνω σου η ατσαλένια μηχανή χτυπώντας το αδύναμο στήθος σου (η εκδίκηση της ύλης).
Πέταξε την καταραμένη φιγούρα, πριν σε καταδικάσει τελεσίδικα υποδουλώνοντάς σε, φθείροντάς σε. Πολύ κακό για το τίποτα!!!
Σας χαιρετώ εις το επανιδείν


