Μητράκος: «Θύτες» και «Θύματα»

Μοιράσου το άρθρο:
15-05-2012
Από την αρχή της μεταπολίτευσης και δώθε, παρακολουθούμε μια σταδιακή αποδόμηση της έννοιας «κράτος» όσον αφορά, τουλάχιστον, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του πολίτη και της κοινωνίας ευρύτερα.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό αποδομήθηκε και η έννοια της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, με μετατροπή του θεσμού σε πολιτικό μαγαζάκι της εκάστοτε εξουσίας, με απροκάλυπτες παρεμβάσεις αναξιοκρατικού χαρακτήρα στην ηγεσία για προώθηση των ημετέρων και κομματικό έλεγχο του χώρου, με απορφανισμό της ελληνικής επαρχίας από αστυνομικά τμήματα και σταθμούς, με κλείσιμο αστυνομικών τμημάτων στις συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων, με οργανογράμματα κι επιχειρησιακά σχέδια τα οποία ήταν αποδοτικά μόνο στη φαντασία των δημιουργών τους , με πλημμελή έως ανεπαρκή εκπαίδευση του προσωπικού, με επικαλύψεις αρμοδιοτήτων κι εξουσιών , με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή με προσωπικό που λίμναζε σε θέσεις άσχετες την ώρα που υπήρχαν αλλού ουσιαστικές ανάγκες, κλπ, κλπ.
Κι ενώ έτσι εξελισσόταν η κατάσταση, ξαφνικά έγιναν «σουρωτήρι» και τα ελληνικά σύνορα. Μεγάλες μάζες ανθρώπων προερχόμενες απ όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου άρχισαν, με σχετική άνεση, να εγκαθίστανται παρανόμως στη χώρα και να δραστηριοποιούνται παντοιοτρόπως.
Ανάμεσα τους πολλοί δυστυχισμένοι πρόσφυγες από χώρες εμπόλεμες ή με καθεστώτα τυραννικά , άλλοι δυστυχισμένοι που δεν είχαν στη χώρα τους μοίρα στον ήλιο αλλά και άλλοι πολλοί μέλη της διεθνούς μαφίας του εγκλήματος που θεώρησαν ότι στην Ελλάδα υπήρχε πρόσφορο έδαφος για μιαν αποτελεσματική και κερδοφόρα εγκληματική και παράνομη δραστηριότητα. Συγχρόνως, η τεράστια οικονομική κρίση στην οποία βούλιαξε η χώρα σε συνδυασμό με την κρίση των θεσμών δημιούργησε ένα ασφαλές υπόβαθρο για να φουντώσει η παρανομία με ελληνικό αλλά και ξένο πρόσωπο.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήρθε η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας των Ελλήνων πολιτών , αισθήματος που είναι θεμελιώδες για την υγεία , την ισορροπία και την προκοπή μιας κοινωνίας. Ο ΄Ελληνας που σε παλιότερα χρόνια άφηνε ορθάνοιχτες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού του , που κοιμόταν ανενόχλητος τα καλοκαίρια σε αυλές και σε μπαλκόνια, που άφηνε αφύλαχτο το μαγαζί του για να πάει απέναντι να πιει έναν καφέ, που περπάταγε τις νύχτες άφοβα σφυρίζοντας και τραγουδώντας , άρχισε να φοβάται ακόμα και τον ίσκιο του . Η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα άρχισαν να εξαπλώνονται σαν πανούκλα στην ελληνική επικράτεια.
Η Ελλάδα άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Η Λακωνία άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Και μέσα σ αυτές τις λακωνικές εκκλήσεις ξεχώριζε κι εκείνη η κραυγή για «ΒΟΗΘΕΙΑ» των κατοίκων της περιοχής Τραπεζαντής, οι οποίοι, επί μακρό χρονικό διάστημα , με ατομικές διαμαρτυρίες και διαβήματα αρμοδίως, με συλλογή υπογραφών , με προσφυγές στα ΜΜΕ για δημοσιοποίηση του προβλήματος, με πρόκληση επερωτήσεων στη Βουλή , με παρστάσεις στα τοπικά θεσμικά όργανα , κλπ, κλπ, φώναζαν (στεντορεία φωνή) ότι έχουν μετατραπεί από την παρανομία σε ελεύθερους πολιορκημένους μέσα στον ίδιο τους τον τόπο , μέσα στα ίδια τους τα σπίτια.
Όμως: «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» . Ολοι πλέον ένιωθαν και καταλάβαιναν ότι ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι , πως αργά ή γρήγορα θα `ρχόταν «η κακιά η ώρα» και πως κάποιος άφταιγος θα « πλήρωνε το μάρμαρο».
Κι έφτασε η στιγμή που όλο αυτό το σύστημα που εξέθρεψε τη νοσηρή αυτή κατάσταση, όλη αυτή η ανωμαλία , ξέσπασαν με όλες τις συνέπειές τους, αυθαίρετα και με το «έτσι θέλω», στο κεφάλι ενός αθώου και φιλήσυχου ανθρώπου, ενός ευυπόληπτου, αξιοπρεπούς πολίτη και καλού οικογενειάρχη και χριστιανού, ενός έντιμου επαγγελματία απ αυτούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της υγιούς και παραγωγικής κοινωνίας μας, ενός ανθρώπου που πάλευε τίμια και με τον ιδρώτα του να ζήσει το σπίτι του και να επιβιώσει (όπως όλοι οι Έλληνες) μέσα στην καταιγίδα που έχει πλήξει τη χώρα μας, ενός ανθρώπου που συνθήκες ξένες προς αυτόν οδήγησαν στο κατώφλι της φυλακής, ρημάζοντας τη ζωή του, την οικογένειά του και ό,τι μέχρι τώρα είχε δημιουργήσει και χτίσει με την τίμια και ανεπίληπτη ζωή και εργασία του.
Ας μη λησμονάμε ότι εκτός από το σωματικό θάνατο υπάρχει και ο θάνατος εν ζωή , ο οποίος, ίσως , είναι μια σκληρότερη πραγματικότητα από τον πρώτο . Κι έναν τέτοιο θάνατο έχει ήδη υποστεί ο συμπολίτης μας, ανεξάρτητα από την τύχη που θα έχει η υπόθεσή του στα δικαστήρια.
Οι Λατίνοι είχαν πει: «Η άγαν δικαιοσύνη άγαν αδικία εστίν».
Η κοινή γνώμη που με μεγάλη ευαισθησία, αγωνία κι ενδιαφέρον παρακολουθεί την υπόθεση, ελπίζει ότι η Δικαιοσύνη θα αφουγκραστεί τις φωνές του πλήθους των απλών πολιτών που βρέθηκε ήδη δυο φορές στο πλάι του άτυχου αυτού ανθρώπου (και είναι σίγουρο πως δε θα τον εγκαταλείψουν στο μακρύ Γολγοθά που άρχισε ν ανεβαίνει) εκφράζοντας αυθόρμητα το λαϊκό ένστικτο μαζί και την κοινή περί δικαίου αίσθηση.
Διότι όπως είπε και ο Αριστοτέλης: «Η δικαιοσύνη, όπως και κάθε άλλη αρετή, είναι σοφία».
Βαγγέλης Μητράκος
Μέσα στο πλαίσιο αυτό αποδομήθηκε και η έννοια της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, με μετατροπή του θεσμού σε πολιτικό μαγαζάκι της εκάστοτε εξουσίας, με απροκάλυπτες παρεμβάσεις αναξιοκρατικού χαρακτήρα στην ηγεσία για προώθηση των ημετέρων και κομματικό έλεγχο του χώρου, με απορφανισμό της ελληνικής επαρχίας από αστυνομικά τμήματα και σταθμούς, με κλείσιμο αστυνομικών τμημάτων στις συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων, με οργανογράμματα κι επιχειρησιακά σχέδια τα οποία ήταν αποδοτικά μόνο στη φαντασία των δημιουργών τους , με πλημμελή έως ανεπαρκή εκπαίδευση του προσωπικού, με επικαλύψεις αρμοδιοτήτων κι εξουσιών , με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή με προσωπικό που λίμναζε σε θέσεις άσχετες την ώρα που υπήρχαν αλλού ουσιαστικές ανάγκες, κλπ, κλπ.
Κι ενώ έτσι εξελισσόταν η κατάσταση, ξαφνικά έγιναν «σουρωτήρι» και τα ελληνικά σύνορα. Μεγάλες μάζες ανθρώπων προερχόμενες απ όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου άρχισαν, με σχετική άνεση, να εγκαθίστανται παρανόμως στη χώρα και να δραστηριοποιούνται παντοιοτρόπως.
Ανάμεσα τους πολλοί δυστυχισμένοι πρόσφυγες από χώρες εμπόλεμες ή με καθεστώτα τυραννικά , άλλοι δυστυχισμένοι που δεν είχαν στη χώρα τους μοίρα στον ήλιο αλλά και άλλοι πολλοί μέλη της διεθνούς μαφίας του εγκλήματος που θεώρησαν ότι στην Ελλάδα υπήρχε πρόσφορο έδαφος για μιαν αποτελεσματική και κερδοφόρα εγκληματική και παράνομη δραστηριότητα. Συγχρόνως, η τεράστια οικονομική κρίση στην οποία βούλιαξε η χώρα σε συνδυασμό με την κρίση των θεσμών δημιούργησε ένα ασφαλές υπόβαθρο για να φουντώσει η παρανομία με ελληνικό αλλά και ξένο πρόσωπο.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήρθε η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας των Ελλήνων πολιτών , αισθήματος που είναι θεμελιώδες για την υγεία , την ισορροπία και την προκοπή μιας κοινωνίας. Ο ΄Ελληνας που σε παλιότερα χρόνια άφηνε ορθάνοιχτες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού του , που κοιμόταν ανενόχλητος τα καλοκαίρια σε αυλές και σε μπαλκόνια, που άφηνε αφύλαχτο το μαγαζί του για να πάει απέναντι να πιει έναν καφέ, που περπάταγε τις νύχτες άφοβα σφυρίζοντας και τραγουδώντας , άρχισε να φοβάται ακόμα και τον ίσκιο του . Η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα άρχισαν να εξαπλώνονται σαν πανούκλα στην ελληνική επικράτεια.
Η Ελλάδα άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Η Λακωνία άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Και μέσα σ αυτές τις λακωνικές εκκλήσεις ξεχώριζε κι εκείνη η κραυγή για «ΒΟΗΘΕΙΑ» των κατοίκων της περιοχής Τραπεζαντής, οι οποίοι, επί μακρό χρονικό διάστημα , με ατομικές διαμαρτυρίες και διαβήματα αρμοδίως, με συλλογή υπογραφών , με προσφυγές στα ΜΜΕ για δημοσιοποίηση του προβλήματος, με πρόκληση επερωτήσεων στη Βουλή , με παρστάσεις στα τοπικά θεσμικά όργανα , κλπ, κλπ, φώναζαν (στεντορεία φωνή) ότι έχουν μετατραπεί από την παρανομία σε ελεύθερους πολιορκημένους μέσα στον ίδιο τους τον τόπο , μέσα στα ίδια τους τα σπίτια.
Όμως: «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» . Ολοι πλέον ένιωθαν και καταλάβαιναν ότι ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι , πως αργά ή γρήγορα θα `ρχόταν «η κακιά η ώρα» και πως κάποιος άφταιγος θα « πλήρωνε το μάρμαρο».
Κι έφτασε η στιγμή που όλο αυτό το σύστημα που εξέθρεψε τη νοσηρή αυτή κατάσταση, όλη αυτή η ανωμαλία , ξέσπασαν με όλες τις συνέπειές τους, αυθαίρετα και με το «έτσι θέλω», στο κεφάλι ενός αθώου και φιλήσυχου ανθρώπου, ενός ευυπόληπτου, αξιοπρεπούς πολίτη και καλού οικογενειάρχη και χριστιανού, ενός έντιμου επαγγελματία απ αυτούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της υγιούς και παραγωγικής κοινωνίας μας, ενός ανθρώπου που πάλευε τίμια και με τον ιδρώτα του να ζήσει το σπίτι του και να επιβιώσει (όπως όλοι οι Έλληνες) μέσα στην καταιγίδα που έχει πλήξει τη χώρα μας, ενός ανθρώπου που συνθήκες ξένες προς αυτόν οδήγησαν στο κατώφλι της φυλακής, ρημάζοντας τη ζωή του, την οικογένειά του και ό,τι μέχρι τώρα είχε δημιουργήσει και χτίσει με την τίμια και ανεπίληπτη ζωή και εργασία του.
Ας μη λησμονάμε ότι εκτός από το σωματικό θάνατο υπάρχει και ο θάνατος εν ζωή , ο οποίος, ίσως , είναι μια σκληρότερη πραγματικότητα από τον πρώτο . Κι έναν τέτοιο θάνατο έχει ήδη υποστεί ο συμπολίτης μας, ανεξάρτητα από την τύχη που θα έχει η υπόθεσή του στα δικαστήρια.
Οι Λατίνοι είχαν πει: «Η άγαν δικαιοσύνη άγαν αδικία εστίν».
Η κοινή γνώμη που με μεγάλη ευαισθησία, αγωνία κι ενδιαφέρον παρακολουθεί την υπόθεση, ελπίζει ότι η Δικαιοσύνη θα αφουγκραστεί τις φωνές του πλήθους των απλών πολιτών που βρέθηκε ήδη δυο φορές στο πλάι του άτυχου αυτού ανθρώπου (και είναι σίγουρο πως δε θα τον εγκαταλείψουν στο μακρύ Γολγοθά που άρχισε ν ανεβαίνει) εκφράζοντας αυθόρμητα το λαϊκό ένστικτο μαζί και την κοινή περί δικαίου αίσθηση.
Διότι όπως είπε και ο Αριστοτέλης: «Η δικαιοσύνη, όπως και κάθε άλλη αρετή, είναι σοφία».
Βαγγέλης Μητράκος
Από την αρχή της μεταπολίτευσης και δώθε, παρακολουθούμε μια σταδιακή αποδόμηση της έννοιας «κράτος» όσον αφορά, τουλάχιστον, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του πολίτη και της κοινωνίας ευρύτερα.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό αποδομήθηκε και η έννοια της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, με μετατροπή του θεσμού σε πολιτικό μαγαζάκι της εκάστοτε εξουσίας, με απροκάλυπτες παρεμβάσεις αναξιοκρατικού χαρακτήρα στην ηγεσία για προώθηση των ημετέρων και κομματικό έλεγχο του χώρου, με απορφανισμό της ελληνικής επαρχίας από αστυνομικά τμήματα και σταθμούς, με κλείσιμο αστυνομικών τμημάτων στις συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων, με οργανογράμματα κι επιχειρησιακά σχέδια τα οποία ήταν αποδοτικά μόνο στη φαντασία των δημιουργών τους , με πλημμελή έως ανεπαρκή εκπαίδευση του προσωπικού, με επικαλύψεις αρμοδιοτήτων κι εξουσιών , με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή με προσωπικό που λίμναζε σε θέσεις άσχετες την ώρα που υπήρχαν αλλού ουσιαστικές ανάγκες, κλπ, κλπ.
Κι ενώ έτσι εξελισσόταν η κατάσταση, ξαφνικά έγιναν «σουρωτήρι» και τα ελληνικά σύνορα. Μεγάλες μάζες ανθρώπων προερχόμενες απ όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου άρχισαν, με σχετική άνεση, να εγκαθίστανται παρανόμως στη χώρα και να δραστηριοποιούνται παντοιοτρόπως.
Ανάμεσα τους πολλοί δυστυχισμένοι πρόσφυγες από χώρες εμπόλεμες ή με καθεστώτα τυραννικά , άλλοι δυστυχισμένοι που δεν είχαν στη χώρα τους μοίρα στον ήλιο αλλά και άλλοι πολλοί μέλη της διεθνούς μαφίας του εγκλήματος που θεώρησαν ότι στην Ελλάδα υπήρχε πρόσφορο έδαφος για μιαν αποτελεσματική και κερδοφόρα εγκληματική και παράνομη δραστηριότητα. Συγχρόνως, η τεράστια οικονομική κρίση στην οποία βούλιαξε η χώρα σε συνδυασμό με την κρίση των θεσμών δημιούργησε ένα ασφαλές υπόβαθρο για να φουντώσει η παρανομία με ελληνικό αλλά και ξένο πρόσωπο.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήρθε η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας των Ελλήνων πολιτών , αισθήματος που είναι θεμελιώδες για την υγεία , την ισορροπία και την προκοπή μιας κοινωνίας. Ο ΄Ελληνας που σε παλιότερα χρόνια άφηνε ορθάνοιχτες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού του , που κοιμόταν ανενόχλητος τα καλοκαίρια σε αυλές και σε μπαλκόνια, που άφηνε αφύλαχτο το μαγαζί του για να πάει απέναντι να πιει έναν καφέ, που περπάταγε τις νύχτες άφοβα σφυρίζοντας και τραγουδώντας , άρχισε να φοβάται ακόμα και τον ίσκιο του . Η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα άρχισαν να εξαπλώνονται σαν πανούκλα στην ελληνική επικράτεια.
Η Ελλάδα άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Η Λακωνία άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Και μέσα σ αυτές τις λακωνικές εκκλήσεις ξεχώριζε κι εκείνη η κραυγή για «ΒΟΗΘΕΙΑ» των κατοίκων της περιοχής Τραπεζαντής, οι οποίοι, επί μακρό χρονικό διάστημα , με ατομικές διαμαρτυρίες και διαβήματα αρμοδίως, με συλλογή υπογραφών , με προσφυγές στα ΜΜΕ για δημοσιοποίηση του προβλήματος, με πρόκληση επερωτήσεων στη Βουλή , με παρστάσεις στα τοπικά θεσμικά όργανα , κλπ, κλπ, φώναζαν (στεντορεία φωνή) ότι έχουν μετατραπεί από την παρανομία σε ελεύθερους πολιορκημένους μέσα στον ίδιο τους τον τόπο , μέσα στα ίδια τους τα σπίτια.
Όμως: «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» . Ολοι πλέον ένιωθαν και καταλάβαιναν ότι ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι , πως αργά ή γρήγορα θα `ρχόταν «η κακιά η ώρα» και πως κάποιος άφταιγος θα « πλήρωνε το μάρμαρο».
Κι έφτασε η στιγμή που όλο αυτό το σύστημα που εξέθρεψε τη νοσηρή αυτή κατάσταση, όλη αυτή η ανωμαλία , ξέσπασαν με όλες τις συνέπειές τους, αυθαίρετα και με το «έτσι θέλω», στο κεφάλι ενός αθώου και φιλήσυχου ανθρώπου, ενός ευυπόληπτου, αξιοπρεπούς πολίτη και καλού οικογενειάρχη και χριστιανού, ενός έντιμου επαγγελματία απ αυτούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της υγιούς και παραγωγικής κοινωνίας μας, ενός ανθρώπου που πάλευε τίμια και με τον ιδρώτα του να ζήσει το σπίτι του και να επιβιώσει (όπως όλοι οι Έλληνες) μέσα στην καταιγίδα που έχει πλήξει τη χώρα μας, ενός ανθρώπου που συνθήκες ξένες προς αυτόν οδήγησαν στο κατώφλι της φυλακής, ρημάζοντας τη ζωή του, την οικογένειά του και ό,τι μέχρι τώρα είχε δημιουργήσει και χτίσει με την τίμια και ανεπίληπτη ζωή και εργασία του.
Ας μη λησμονάμε ότι εκτός από το σωματικό θάνατο υπάρχει και ο θάνατος εν ζωή , ο οποίος, ίσως , είναι μια σκληρότερη πραγματικότητα από τον πρώτο . Κι έναν τέτοιο θάνατο έχει ήδη υποστεί ο συμπολίτης μας, ανεξάρτητα από την τύχη που θα έχει η υπόθεσή του στα δικαστήρια.
Οι Λατίνοι είχαν πει: «Η άγαν δικαιοσύνη άγαν αδικία εστίν».
Η κοινή γνώμη που με μεγάλη ευαισθησία, αγωνία κι ενδιαφέρον παρακολουθεί την υπόθεση, ελπίζει ότι η Δικαιοσύνη θα αφουγκραστεί τις φωνές του πλήθους των απλών πολιτών που βρέθηκε ήδη δυο φορές στο πλάι του άτυχου αυτού ανθρώπου (και είναι σίγουρο πως δε θα τον εγκαταλείψουν στο μακρύ Γολγοθά που άρχισε ν ανεβαίνει) εκφράζοντας αυθόρμητα το λαϊκό ένστικτο μαζί και την κοινή περί δικαίου αίσθηση.
Διότι όπως είπε και ο Αριστοτέλης: «Η δικαιοσύνη, όπως και κάθε άλλη αρετή, είναι σοφία».
Βαγγέλης Μητράκος
Μέσα στο πλαίσιο αυτό αποδομήθηκε και η έννοια της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, με μετατροπή του θεσμού σε πολιτικό μαγαζάκι της εκάστοτε εξουσίας, με απροκάλυπτες παρεμβάσεις αναξιοκρατικού χαρακτήρα στην ηγεσία για προώθηση των ημετέρων και κομματικό έλεγχο του χώρου, με απορφανισμό της ελληνικής επαρχίας από αστυνομικά τμήματα και σταθμούς, με κλείσιμο αστυνομικών τμημάτων στις συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων, με οργανογράμματα κι επιχειρησιακά σχέδια τα οποία ήταν αποδοτικά μόνο στη φαντασία των δημιουργών τους , με πλημμελή έως ανεπαρκή εκπαίδευση του προσωπικού, με επικαλύψεις αρμοδιοτήτων κι εξουσιών , με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή με προσωπικό που λίμναζε σε θέσεις άσχετες την ώρα που υπήρχαν αλλού ουσιαστικές ανάγκες, κλπ, κλπ.
Κι ενώ έτσι εξελισσόταν η κατάσταση, ξαφνικά έγιναν «σουρωτήρι» και τα ελληνικά σύνορα. Μεγάλες μάζες ανθρώπων προερχόμενες απ όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου άρχισαν, με σχετική άνεση, να εγκαθίστανται παρανόμως στη χώρα και να δραστηριοποιούνται παντοιοτρόπως.
Ανάμεσα τους πολλοί δυστυχισμένοι πρόσφυγες από χώρες εμπόλεμες ή με καθεστώτα τυραννικά , άλλοι δυστυχισμένοι που δεν είχαν στη χώρα τους μοίρα στον ήλιο αλλά και άλλοι πολλοί μέλη της διεθνούς μαφίας του εγκλήματος που θεώρησαν ότι στην Ελλάδα υπήρχε πρόσφορο έδαφος για μιαν αποτελεσματική και κερδοφόρα εγκληματική και παράνομη δραστηριότητα. Συγχρόνως, η τεράστια οικονομική κρίση στην οποία βούλιαξε η χώρα σε συνδυασμό με την κρίση των θεσμών δημιούργησε ένα ασφαλές υπόβαθρο για να φουντώσει η παρανομία με ελληνικό αλλά και ξένο πρόσωπο.
Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήρθε η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας των Ελλήνων πολιτών , αισθήματος που είναι θεμελιώδες για την υγεία , την ισορροπία και την προκοπή μιας κοινωνίας. Ο ΄Ελληνας που σε παλιότερα χρόνια άφηνε ορθάνοιχτες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού του , που κοιμόταν ανενόχλητος τα καλοκαίρια σε αυλές και σε μπαλκόνια, που άφηνε αφύλαχτο το μαγαζί του για να πάει απέναντι να πιει έναν καφέ, που περπάταγε τις νύχτες άφοβα σφυρίζοντας και τραγουδώντας , άρχισε να φοβάται ακόμα και τον ίσκιο του . Η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα άρχισαν να εξαπλώνονται σαν πανούκλα στην ελληνική επικράτεια.
Η Ελλάδα άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Η Λακωνία άρχισε να κραυγάζει «ΒΟΗΘΕΙΑ» . Και μέσα σ αυτές τις λακωνικές εκκλήσεις ξεχώριζε κι εκείνη η κραυγή για «ΒΟΗΘΕΙΑ» των κατοίκων της περιοχής Τραπεζαντής, οι οποίοι, επί μακρό χρονικό διάστημα , με ατομικές διαμαρτυρίες και διαβήματα αρμοδίως, με συλλογή υπογραφών , με προσφυγές στα ΜΜΕ για δημοσιοποίηση του προβλήματος, με πρόκληση επερωτήσεων στη Βουλή , με παρστάσεις στα τοπικά θεσμικά όργανα , κλπ, κλπ, φώναζαν (στεντορεία φωνή) ότι έχουν μετατραπεί από την παρανομία σε ελεύθερους πολιορκημένους μέσα στον ίδιο τους τον τόπο , μέσα στα ίδια τους τα σπίτια.
Όμως: «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» . Ολοι πλέον ένιωθαν και καταλάβαιναν ότι ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι , πως αργά ή γρήγορα θα `ρχόταν «η κακιά η ώρα» και πως κάποιος άφταιγος θα « πλήρωνε το μάρμαρο».
Κι έφτασε η στιγμή που όλο αυτό το σύστημα που εξέθρεψε τη νοσηρή αυτή κατάσταση, όλη αυτή η ανωμαλία , ξέσπασαν με όλες τις συνέπειές τους, αυθαίρετα και με το «έτσι θέλω», στο κεφάλι ενός αθώου και φιλήσυχου ανθρώπου, ενός ευυπόληπτου, αξιοπρεπούς πολίτη και καλού οικογενειάρχη και χριστιανού, ενός έντιμου επαγγελματία απ αυτούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της υγιούς και παραγωγικής κοινωνίας μας, ενός ανθρώπου που πάλευε τίμια και με τον ιδρώτα του να ζήσει το σπίτι του και να επιβιώσει (όπως όλοι οι Έλληνες) μέσα στην καταιγίδα που έχει πλήξει τη χώρα μας, ενός ανθρώπου που συνθήκες ξένες προς αυτόν οδήγησαν στο κατώφλι της φυλακής, ρημάζοντας τη ζωή του, την οικογένειά του και ό,τι μέχρι τώρα είχε δημιουργήσει και χτίσει με την τίμια και ανεπίληπτη ζωή και εργασία του.
Ας μη λησμονάμε ότι εκτός από το σωματικό θάνατο υπάρχει και ο θάνατος εν ζωή , ο οποίος, ίσως , είναι μια σκληρότερη πραγματικότητα από τον πρώτο . Κι έναν τέτοιο θάνατο έχει ήδη υποστεί ο συμπολίτης μας, ανεξάρτητα από την τύχη που θα έχει η υπόθεσή του στα δικαστήρια.
Οι Λατίνοι είχαν πει: «Η άγαν δικαιοσύνη άγαν αδικία εστίν».
Η κοινή γνώμη που με μεγάλη ευαισθησία, αγωνία κι ενδιαφέρον παρακολουθεί την υπόθεση, ελπίζει ότι η Δικαιοσύνη θα αφουγκραστεί τις φωνές του πλήθους των απλών πολιτών που βρέθηκε ήδη δυο φορές στο πλάι του άτυχου αυτού ανθρώπου (και είναι σίγουρο πως δε θα τον εγκαταλείψουν στο μακρύ Γολγοθά που άρχισε ν ανεβαίνει) εκφράζοντας αυθόρμητα το λαϊκό ένστικτο μαζί και την κοινή περί δικαίου αίσθηση.
Διότι όπως είπε και ο Αριστοτέλης: «Η δικαιοσύνη, όπως και κάθε άλλη αρετή, είναι σοφία».
Βαγγέλης Μητράκος


