Ακούει κανείς;
Μοιράσου το άρθρο:
02-01-2023
Γράφει ο Γιάννης Μητράκος
Όσοι υπηρετήσαμε στη Δημόσια Εκπαίδευση όλων των βαθμίδων στη μεταπολιτευτική περίοδο, από κάποιο χρονικό σημείο που συμπίπτει με την μετά-Παπανδρέου εποχή , αντιληφθήκαμε ότι στο σχολικό χώρο, στην οικογένεια και την κοινωνία μας σύμβαιναν θεμελιώδεις αλλαγές που ανέτρεπαν τις καθιερωμένες σταθερές, τις αξίες και τα ιδανικά με τα οποία είχε γαλουχηθεί η μεταπολεμική και μεταδικτατορική Ελλάδα.
Κατ’ αρχάς η ίδια η Πολιτεία δια των εκάστοτε υπουργών παιδείας, που ευαγγελίζονταν έκαστος για τον εαυτό του μια δήθεν επαναστατική μεταρρύθμιση στην Παιδεία, φρόντισε να αποδυναμώσει και σταδιακά να απαξιώσει το πρόσωπο του Εκπαιδευτικού Λειτουργού και να υποβαθμίσει τον αναντικατάστατο ρόλο του στη ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία, μετατρέποντάς τον σε απλό επιβλέποντα των παιδιών και υπηρέτη των πλέον απίθανων απαιτήσεών τους υπό την απειλή της καταγγελίας από τους γονείς!
Στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παρά τις περί αντιθέτου διαχρονικές δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών παραγόντων, καλλιεργήθηκε και εδραιώθηκε η αρχή της «ήσσονος» προσπάθειας, το στρεβλής αντιλήψεως «δίκαιο» του παιδιού, η άκοπη και πλουσιοπάροχη βαθμολογική επιβράβευση (όλοι αριστούχοι!) και η κατάργηση κάθε πλαισίου σεβασμού, πειθαρχίας και σχολικής υπακοής.
Ταυτόχρονα οι φερέλπιδες κυβερνητικοί μεταρρυθμιστές όλων των πολιτικών αποχρώσεων φρόντισαν μέσα από τις δομικές αλλαγές των σχολικών προγραμμάτων και της διδακτέας ύλης να εξοβελίσουν την εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική παράδοσή μας, αποκόπτοντας τα παιδιά και τους νέους από τις ρίζες μας κι αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους ανέμους της αλλοτριωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ελληνική οικογένεια, που αποτελούσε το αγκωνάρι πάνω στο οποίο στηριζόταν η πρόοδος του τόπου μας, υπέστη μια τρομακτική αλλαγή που οφειλόταν τόσο στην εισβολή ξένων προτύπων, όσο και στο γεγονός ότι η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας από την πλευρά του κράτους οδήγησε όλα τα μέλη της στον καθημερινό αγώνα για την εξασφάλιση του «επιούσιου». Τα παιδιά στην καλύτερη περίπτωση μεγάλωναν υπό τη χαλαρή εποπτεία του παππού και της γιαγιάς, που είχαν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα της 3ης ηλικίας. Οι οικογενειακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι γονείς κουρασμένοι περιορίζονταν σε μια υποτυπώδη άσκηση ελέγχου, έπαψε ο αμφίδρομος διάλογος, χάθηκαν οι δεσμοί και ατόνησαν οι παραστάσεις που συγκροτούσαν τον κοινωνικό πυρήνα της οικογένειας.
Τα παιδιά χωρίς άγκυρες βρέθηκαν έρμαια στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της εποχής μας, υποδουλώνοντας τον εαυτό τους στον εικονικό κόσμο της οθόνης (τηλεόραση, ηλεκτρονικά παιχνίδια, διαδίκτυο, κινητό τηλέφωνο κλπ). Σταμάτησαν να μιλάνε, να επικοινωνούν, να παίζουν, να ζουν την πραγματική ζωή. Συνήθισαν στη βία, που τη βλέπουν ως παιχνίδι, έμαθαν να μη σέβονται τίποτε, απέκτησαν χυδαία γλώσσα και το χειρότερο είναι πως γνώρισαν, σε πρώιμη ηλικία, όχι την ομορφιά και την τρυφερότητα της σχέσης μεταξύ των δύο φύλων, αλλά το σεξ του ξεπεσμού, του εκφυλισμού, της ανθρώπινης υποβάθμισης και του «όλα επιτρέπονται»!
Και φτάσαμε τους τελευταίους μήνες στην έκρηξη μιας καταιγίδας παιδικής και νεανικής παραβατικότητας με συγκρότηση συμμοριών, κλοπές, βιαιότητες και απαράδεκτα σεξουαλικά σκάνδαλα. Ξυλοδαρμοί μεταξύ «συμμαθητών», λεκτικοί εκφοβισμοί, μαχαιρώματα και βιασμοί παντός τύπου!
Η Πολιτεία, κυρίως υπεύθυνη για όλα, θεωρεί ότι με την άσκηση αστυνομικού ελέγχου και τιμωρία των ενόχων «έκανε το χρέος της», η Εκκλησία σιωπά, η πνευματική κοινότητα άφαντη, οι Ομοσπονδίες των Εκπαιδευτικών «περί άλλων τυρβάζουν», η κοινωνία μας σιωπά ένοχη και όλοι, λίγο-πολύ, προσμένουν τον «από μηχανής θεό» για να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» και να σταματήσει τον κατήρορο που έχουμε πάρει.
Άραγε πρέπει να φτάσουμε σε μαζικές δολοφονίες μαθητών κι Εκπαιδευτικών όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ για να ξυπνήσουμε και να αναλάβουμε δράση; Ακούει κανείς από τους υπεύθυνους ή το μυαλό τους το έχουν μόνο στην κατάληψη και άσκηση της εξουσίας, αντί να σκύψουν ειλικρινά και ουσιαστικά πάνω σ’ αυτό το τρομερό πρόβλημα και να συνεργαστούν όλοι με όλους για να βρεθεί λύση σωτηρίας για τα παιδιά μας , τους νέους μας και το μέλλον της πατρίδας μας;
Κατ’ αρχάς η ίδια η Πολιτεία δια των εκάστοτε υπουργών παιδείας, που ευαγγελίζονταν έκαστος για τον εαυτό του μια δήθεν επαναστατική μεταρρύθμιση στην Παιδεία, φρόντισε να αποδυναμώσει και σταδιακά να απαξιώσει το πρόσωπο του Εκπαιδευτικού Λειτουργού και να υποβαθμίσει τον αναντικατάστατο ρόλο του στη ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία, μετατρέποντάς τον σε απλό επιβλέποντα των παιδιών και υπηρέτη των πλέον απίθανων απαιτήσεών τους υπό την απειλή της καταγγελίας από τους γονείς!
Στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παρά τις περί αντιθέτου διαχρονικές δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών παραγόντων, καλλιεργήθηκε και εδραιώθηκε η αρχή της «ήσσονος» προσπάθειας, το στρεβλής αντιλήψεως «δίκαιο» του παιδιού, η άκοπη και πλουσιοπάροχη βαθμολογική επιβράβευση (όλοι αριστούχοι!) και η κατάργηση κάθε πλαισίου σεβασμού, πειθαρχίας και σχολικής υπακοής.
Ταυτόχρονα οι φερέλπιδες κυβερνητικοί μεταρρυθμιστές όλων των πολιτικών αποχρώσεων φρόντισαν μέσα από τις δομικές αλλαγές των σχολικών προγραμμάτων και της διδακτέας ύλης να εξοβελίσουν την εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική παράδοσή μας, αποκόπτοντας τα παιδιά και τους νέους από τις ρίζες μας κι αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους ανέμους της αλλοτριωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ελληνική οικογένεια, που αποτελούσε το αγκωνάρι πάνω στο οποίο στηριζόταν η πρόοδος του τόπου μας, υπέστη μια τρομακτική αλλαγή που οφειλόταν τόσο στην εισβολή ξένων προτύπων, όσο και στο γεγονός ότι η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας από την πλευρά του κράτους οδήγησε όλα τα μέλη της στον καθημερινό αγώνα για την εξασφάλιση του «επιούσιου». Τα παιδιά στην καλύτερη περίπτωση μεγάλωναν υπό τη χαλαρή εποπτεία του παππού και της γιαγιάς, που είχαν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα της 3ης ηλικίας. Οι οικογενειακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι γονείς κουρασμένοι περιορίζονταν σε μια υποτυπώδη άσκηση ελέγχου, έπαψε ο αμφίδρομος διάλογος, χάθηκαν οι δεσμοί και ατόνησαν οι παραστάσεις που συγκροτούσαν τον κοινωνικό πυρήνα της οικογένειας.
Τα παιδιά χωρίς άγκυρες βρέθηκαν έρμαια στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της εποχής μας, υποδουλώνοντας τον εαυτό τους στον εικονικό κόσμο της οθόνης (τηλεόραση, ηλεκτρονικά παιχνίδια, διαδίκτυο, κινητό τηλέφωνο κλπ). Σταμάτησαν να μιλάνε, να επικοινωνούν, να παίζουν, να ζουν την πραγματική ζωή. Συνήθισαν στη βία, που τη βλέπουν ως παιχνίδι, έμαθαν να μη σέβονται τίποτε, απέκτησαν χυδαία γλώσσα και το χειρότερο είναι πως γνώρισαν, σε πρώιμη ηλικία, όχι την ομορφιά και την τρυφερότητα της σχέσης μεταξύ των δύο φύλων, αλλά το σεξ του ξεπεσμού, του εκφυλισμού, της ανθρώπινης υποβάθμισης και του «όλα επιτρέπονται»!
Και φτάσαμε τους τελευταίους μήνες στην έκρηξη μιας καταιγίδας παιδικής και νεανικής παραβατικότητας με συγκρότηση συμμοριών, κλοπές, βιαιότητες και απαράδεκτα σεξουαλικά σκάνδαλα. Ξυλοδαρμοί μεταξύ «συμμαθητών», λεκτικοί εκφοβισμοί, μαχαιρώματα και βιασμοί παντός τύπου!
Η Πολιτεία, κυρίως υπεύθυνη για όλα, θεωρεί ότι με την άσκηση αστυνομικού ελέγχου και τιμωρία των ενόχων «έκανε το χρέος της», η Εκκλησία σιωπά, η πνευματική κοινότητα άφαντη, οι Ομοσπονδίες των Εκπαιδευτικών «περί άλλων τυρβάζουν», η κοινωνία μας σιωπά ένοχη και όλοι, λίγο-πολύ, προσμένουν τον «από μηχανής θεό» για να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» και να σταματήσει τον κατήρορο που έχουμε πάρει.
Άραγε πρέπει να φτάσουμε σε μαζικές δολοφονίες μαθητών κι Εκπαιδευτικών όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ για να ξυπνήσουμε και να αναλάβουμε δράση; Ακούει κανείς από τους υπεύθυνους ή το μυαλό τους το έχουν μόνο στην κατάληψη και άσκηση της εξουσίας, αντί να σκύψουν ειλικρινά και ουσιαστικά πάνω σ’ αυτό το τρομερό πρόβλημα και να συνεργαστούν όλοι με όλους για να βρεθεί λύση σωτηρίας για τα παιδιά μας , τους νέους μας και το μέλλον της πατρίδας μας;
Όσοι υπηρετήσαμε στη Δημόσια Εκπαίδευση όλων των βαθμίδων στη μεταπολιτευτική περίοδο, από κάποιο χρονικό σημείο που συμπίπτει με την μετά-Παπανδρέου εποχή , αντιληφθήκαμε ότι στο σχολικό χώρο, στην οικογένεια και την κοινωνία μας σύμβαιναν θεμελιώδεις αλλαγές που ανέτρεπαν τις καθιερωμένες σταθερές, τις αξίες και τα ιδανικά με τα οποία είχε γαλουχηθεί η μεταπολεμική και μεταδικτατορική Ελλάδα.
Κατ’ αρχάς η ίδια η Πολιτεία δια των εκάστοτε υπουργών παιδείας, που ευαγγελίζονταν έκαστος για τον εαυτό του μια δήθεν επαναστατική μεταρρύθμιση στην Παιδεία, φρόντισε να αποδυναμώσει και σταδιακά να απαξιώσει το πρόσωπο του Εκπαιδευτικού Λειτουργού και να υποβαθμίσει τον αναντικατάστατο ρόλο του στη ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία, μετατρέποντάς τον σε απλό επιβλέποντα των παιδιών και υπηρέτη των πλέον απίθανων απαιτήσεών τους υπό την απειλή της καταγγελίας από τους γονείς!
Στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παρά τις περί αντιθέτου διαχρονικές δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών παραγόντων, καλλιεργήθηκε και εδραιώθηκε η αρχή της «ήσσονος» προσπάθειας, το στρεβλής αντιλήψεως «δίκαιο» του παιδιού, η άκοπη και πλουσιοπάροχη βαθμολογική επιβράβευση (όλοι αριστούχοι!) και η κατάργηση κάθε πλαισίου σεβασμού, πειθαρχίας και σχολικής υπακοής.
Ταυτόχρονα οι φερέλπιδες κυβερνητικοί μεταρρυθμιστές όλων των πολιτικών αποχρώσεων φρόντισαν μέσα από τις δομικές αλλαγές των σχολικών προγραμμάτων και της διδακτέας ύλης να εξοβελίσουν την εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική παράδοσή μας, αποκόπτοντας τα παιδιά και τους νέους από τις ρίζες μας κι αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους ανέμους της αλλοτριωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ελληνική οικογένεια, που αποτελούσε το αγκωνάρι πάνω στο οποίο στηριζόταν η πρόοδος του τόπου μας, υπέστη μια τρομακτική αλλαγή που οφειλόταν τόσο στην εισβολή ξένων προτύπων, όσο και στο γεγονός ότι η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας από την πλευρά του κράτους οδήγησε όλα τα μέλη της στον καθημερινό αγώνα για την εξασφάλιση του «επιούσιου». Τα παιδιά στην καλύτερη περίπτωση μεγάλωναν υπό τη χαλαρή εποπτεία του παππού και της γιαγιάς, που είχαν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα της 3ης ηλικίας. Οι οικογενειακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι γονείς κουρασμένοι περιορίζονταν σε μια υποτυπώδη άσκηση ελέγχου, έπαψε ο αμφίδρομος διάλογος, χάθηκαν οι δεσμοί και ατόνησαν οι παραστάσεις που συγκροτούσαν τον κοινωνικό πυρήνα της οικογένειας.
Τα παιδιά χωρίς άγκυρες βρέθηκαν έρμαια στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της εποχής μας, υποδουλώνοντας τον εαυτό τους στον εικονικό κόσμο της οθόνης (τηλεόραση, ηλεκτρονικά παιχνίδια, διαδίκτυο, κινητό τηλέφωνο κλπ). Σταμάτησαν να μιλάνε, να επικοινωνούν, να παίζουν, να ζουν την πραγματική ζωή. Συνήθισαν στη βία, που τη βλέπουν ως παιχνίδι, έμαθαν να μη σέβονται τίποτε, απέκτησαν χυδαία γλώσσα και το χειρότερο είναι πως γνώρισαν, σε πρώιμη ηλικία, όχι την ομορφιά και την τρυφερότητα της σχέσης μεταξύ των δύο φύλων, αλλά το σεξ του ξεπεσμού, του εκφυλισμού, της ανθρώπινης υποβάθμισης και του «όλα επιτρέπονται»!
Και φτάσαμε τους τελευταίους μήνες στην έκρηξη μιας καταιγίδας παιδικής και νεανικής παραβατικότητας με συγκρότηση συμμοριών, κλοπές, βιαιότητες και απαράδεκτα σεξουαλικά σκάνδαλα. Ξυλοδαρμοί μεταξύ «συμμαθητών», λεκτικοί εκφοβισμοί, μαχαιρώματα και βιασμοί παντός τύπου!
Η Πολιτεία, κυρίως υπεύθυνη για όλα, θεωρεί ότι με την άσκηση αστυνομικού ελέγχου και τιμωρία των ενόχων «έκανε το χρέος της», η Εκκλησία σιωπά, η πνευματική κοινότητα άφαντη, οι Ομοσπονδίες των Εκπαιδευτικών «περί άλλων τυρβάζουν», η κοινωνία μας σιωπά ένοχη και όλοι, λίγο-πολύ, προσμένουν τον «από μηχανής θεό» για να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» και να σταματήσει τον κατήρορο που έχουμε πάρει.
Άραγε πρέπει να φτάσουμε σε μαζικές δολοφονίες μαθητών κι Εκπαιδευτικών όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ για να ξυπνήσουμε και να αναλάβουμε δράση; Ακούει κανείς από τους υπεύθυνους ή το μυαλό τους το έχουν μόνο στην κατάληψη και άσκηση της εξουσίας, αντί να σκύψουν ειλικρινά και ουσιαστικά πάνω σ’ αυτό το τρομερό πρόβλημα και να συνεργαστούν όλοι με όλους για να βρεθεί λύση σωτηρίας για τα παιδιά μας , τους νέους μας και το μέλλον της πατρίδας μας;
Κατ’ αρχάς η ίδια η Πολιτεία δια των εκάστοτε υπουργών παιδείας, που ευαγγελίζονταν έκαστος για τον εαυτό του μια δήθεν επαναστατική μεταρρύθμιση στην Παιδεία, φρόντισε να αποδυναμώσει και σταδιακά να απαξιώσει το πρόσωπο του Εκπαιδευτικού Λειτουργού και να υποβαθμίσει τον αναντικατάστατο ρόλο του στη ζωντανή εκπαιδευτική διαδικασία, μετατρέποντάς τον σε απλό επιβλέποντα των παιδιών και υπηρέτη των πλέον απίθανων απαιτήσεών τους υπό την απειλή της καταγγελίας από τους γονείς!
Στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παρά τις περί αντιθέτου διαχρονικές δηλώσεις των διαφόρων κυβερνητικών παραγόντων, καλλιεργήθηκε και εδραιώθηκε η αρχή της «ήσσονος» προσπάθειας, το στρεβλής αντιλήψεως «δίκαιο» του παιδιού, η άκοπη και πλουσιοπάροχη βαθμολογική επιβράβευση (όλοι αριστούχοι!) και η κατάργηση κάθε πλαισίου σεβασμού, πειθαρχίας και σχολικής υπακοής.
Ταυτόχρονα οι φερέλπιδες κυβερνητικοί μεταρρυθμιστές όλων των πολιτικών αποχρώσεων φρόντισαν μέσα από τις δομικές αλλαγές των σχολικών προγραμμάτων και της διδακτέας ύλης να εξοβελίσουν την εθνική, θρησκευτική και πολιτιστική παράδοσή μας, αποκόπτοντας τα παιδιά και τους νέους από τις ρίζες μας κι αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στους ανέμους της αλλοτριωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ελληνική οικογένεια, που αποτελούσε το αγκωνάρι πάνω στο οποίο στηριζόταν η πρόοδος του τόπου μας, υπέστη μια τρομακτική αλλαγή που οφειλόταν τόσο στην εισβολή ξένων προτύπων, όσο και στο γεγονός ότι η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας από την πλευρά του κράτους οδήγησε όλα τα μέλη της στον καθημερινό αγώνα για την εξασφάλιση του «επιούσιου». Τα παιδιά στην καλύτερη περίπτωση μεγάλωναν υπό τη χαλαρή εποπτεία του παππού και της γιαγιάς, που είχαν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα της 3ης ηλικίας. Οι οικογενειακοί δεσμοί χαλάρωσαν, οι γονείς κουρασμένοι περιορίζονταν σε μια υποτυπώδη άσκηση ελέγχου, έπαψε ο αμφίδρομος διάλογος, χάθηκαν οι δεσμοί και ατόνησαν οι παραστάσεις που συγκροτούσαν τον κοινωνικό πυρήνα της οικογένειας.
Τα παιδιά χωρίς άγκυρες βρέθηκαν έρμαια στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της εποχής μας, υποδουλώνοντας τον εαυτό τους στον εικονικό κόσμο της οθόνης (τηλεόραση, ηλεκτρονικά παιχνίδια, διαδίκτυο, κινητό τηλέφωνο κλπ). Σταμάτησαν να μιλάνε, να επικοινωνούν, να παίζουν, να ζουν την πραγματική ζωή. Συνήθισαν στη βία, που τη βλέπουν ως παιχνίδι, έμαθαν να μη σέβονται τίποτε, απέκτησαν χυδαία γλώσσα και το χειρότερο είναι πως γνώρισαν, σε πρώιμη ηλικία, όχι την ομορφιά και την τρυφερότητα της σχέσης μεταξύ των δύο φύλων, αλλά το σεξ του ξεπεσμού, του εκφυλισμού, της ανθρώπινης υποβάθμισης και του «όλα επιτρέπονται»!
Και φτάσαμε τους τελευταίους μήνες στην έκρηξη μιας καταιγίδας παιδικής και νεανικής παραβατικότητας με συγκρότηση συμμοριών, κλοπές, βιαιότητες και απαράδεκτα σεξουαλικά σκάνδαλα. Ξυλοδαρμοί μεταξύ «συμμαθητών», λεκτικοί εκφοβισμοί, μαχαιρώματα και βιασμοί παντός τύπου!
Η Πολιτεία, κυρίως υπεύθυνη για όλα, θεωρεί ότι με την άσκηση αστυνομικού ελέγχου και τιμωρία των ενόχων «έκανε το χρέος της», η Εκκλησία σιωπά, η πνευματική κοινότητα άφαντη, οι Ομοσπονδίες των Εκπαιδευτικών «περί άλλων τυρβάζουν», η κοινωνία μας σιωπά ένοχη και όλοι, λίγο-πολύ, προσμένουν τον «από μηχανής θεό» για να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» και να σταματήσει τον κατήρορο που έχουμε πάρει.
Άραγε πρέπει να φτάσουμε σε μαζικές δολοφονίες μαθητών κι Εκπαιδευτικών όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ για να ξυπνήσουμε και να αναλάβουμε δράση; Ακούει κανείς από τους υπεύθυνους ή το μυαλό τους το έχουν μόνο στην κατάληψη και άσκηση της εξουσίας, αντί να σκύψουν ειλικρινά και ουσιαστικά πάνω σ’ αυτό το τρομερό πρόβλημα και να συνεργαστούν όλοι με όλους για να βρεθεί λύση σωτηρίας για τα παιδιά μας , τους νέους μας και το μέλλον της πατρίδας μας;